«Μα πως μπορώ να είμαι ευδιάθετος, όταν ζω σε έναν κόσμο γεμάτο χαζούς ανθρώπους; Αλήθεια δεν μπορώ να καταλάβω γιατί όλοι χαίρονται όταν έρχονται τα Χριστούγεννα! Είναι μια περίοδος που πρέπει να ξοδεύεις συνεχώς χρήματα, χωρίς να εισπράττεις τίποτε. Γίνεσαι ένα χρόνο μεγαλύτερος και ούτε μία πένα πλουσιότερος. Αν ήταν στο χέρι μου, θα φρόντιζα όποιος λέει: «Καλά Χριστούγεννα» να έβραζε μέσα στην ίδια του τη πουτίγκα! Δεν θα μου καιγόταν καρφί αν δεν γιορτάζονταν ποτέ τα Χριστούγεννα!»
Έτσι παρουσιάζει ο Κάρολος Ντίκενς μέσα από το βιβλίο του, τον Εμπενίζερ Σκρουτζ, ο οποίος είναι μέχρι σήμερα το πρότυπο ενός τσιγκούνη. Ο Εμπενίζερ Σκρουτζ, ένας άνθρωπος εσωστρεφής, στερημένος κάθε απόλαυσης, χαράς και διασκέδασης, δεν μπορεί να καταλάβει την χαρά των Χριστουγέννων, γιατί βλέπει την μεγάλη αυτή γιορτή μόνο σαν περιττό έξοδο. Η χαρά των ανθρώπων γύρω του (λόγω της μεγάλης αυτής Χριστιανικής γιορτής) δεν τον αγγίζει, αντιθέτως τους βρίσκει χαζούς επειδή δεν νοιάζονται για τα χρήματα που ξοδεύουν, χρήματα που γι' αυτόν είναι περιττές και αλόγιστες σπατάλες. Ο ανιψιός του πάλι, γιος της πολυαγαπημένης του αδερφής που δεν ζει πια, καταλαβαίνει απόλυτα και ζει την χαρά των Χριστουγέννων, αγνοώντας τα έξοδα.
Την ίδια γνώμη συμμερίζεται και ο Μπομπ Κράτσιτ, ο μοναδικός υπάλληλος του Σκρουτζ. Παρ' όλο που ζει σε άθλιες συνθήκες λόγω της τσιγκουνιάς του αφεντικού του, προσπαθεί με όσα μέσα έχει, να ζήσει χαρούμενα με τη γυναίκα και τα πολλά παιδιά του τα Χριστούγεννα.